Κυριακή 29 Απριλίου 2012


ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

Ήταν ευτυχισμένος, η ζωή του είχε μπει σε ένα πρόγραμμα, θα αυτοκτονούσε σε τριάντα μέρες και ως τότε ήταν ελεύθερος να κάνει ό,τι ήθελε.Του άρεσε αυτό,δεν είχε ξανανιώσει τόσο όμορφα. Στη δουλειά δεν ξαναπήγε,απλά σταμάτησε να πηγαίνει, είχε δει κάποιες κλήσεις από τη δουλειά του αλλά δεν τους έδωσε καμιά σημασία. Δεν είχε όρεξη ούτε να τους ακούσει ,ούτε να τους δει,αρκετά χρόνια ασχολήθηκε μαζί τους. ’Εκανε καθημερινούς περιπάτους στην πόλη και εκδρομές στην εξοχή. Πόσο όμορφη ήταν φύση, πόσο όμορφη ήταν η βρωμιά της πόλης . Τόσα χρόνια όλα αυτά ήταν δίπλα του , αλλά μόνο τώρα τα αισθανόταν. Συζητούσε με όμορφες γυναίκες και μετά έφευγε.
Καιρό τώρα ήθελε να αυτοκτονήσει, αλλά οι διαθέσιμοι τρόποι αυτοκτονίας δεν του άρεσαν. Δεν ήθελε να πονέσει, ήθελε να πεθάνει ανώδυνα. Φοβόταν την περίπτωση αποτυχίας  ,δεν μπορούσε καν  να διανοηθεί τον εαυτό του να γίνει αντικείμενο συμπόνιας ,αυτής της επινοημένης ‘αρετής’ του δυτικού πολιτισμού ,που μεταμφιέζει την αλαζονεία των ανθρώπων. Ακόμα δεν μπορούσε να οργανώσει τη δικιά του αυτοκτονία, επειδή δεν άντεχε τα διαδικαστικά (να ψάξει ας πούμε να βρει σχοινί ,να μάθει να  κάνει το σωστό κόμπο , να βρει το κατάλληλο σημείο για να κρεμαστεί, σε περίπτωση που αποφάσιζε να αυτοκτονήσει δια απαγχονισμού).Το πολύ μια φορά αυτοκτονεί κανείς στη ζωή του, ήθελε να γίνει όμορφα και οργανωμένα, σαν ιεροτελεστία, που αυτός απλώς θα συμμετείχε και θα την απολάμβανε.        
Στάθηκε τυχερός. Είχε έναν παλιό συμμαθητή ,που τον συναντούσε συχνά στο δρόμο και ανταλλάζανε και καμιά κουβέντα. Όλοι οι φίλοι του και γνωστοί δεν του μιλούσαν πλέον λόγω της γκόθικ εμφάνισης με εφαρμοστά δερμάτινα και έντονο βάψιμο που είχε υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια. Αυτός όμως συνέχισε να του μιλάει ,ίσως και από καθαρή περιέργεια. Μια μέρα λοιπόν βρέθηκε σε μια σκηνή που κάποιοι τον φώναζαν φρικιό , εκείνος τον υπερασπίστηκε και μετά πήγαν μαζί σε μια καφετέρια. Εκεί του αποκάλυψε την ιστορία του , που θα του άλλαζε τη ζωή. Του είπε ότι ανήκει σε μια θρησκευτική αίρεση που πίστευε ότι όλη η ανθρωπότητα ήταν διεφθαρμένη και θα τιμωρούνταν γι’αυτό  με τον απόλυτο αφανισμό και οι μόνοι που θα γλύτωναν θα ήταν οι εκλεκτοί που είχε επιλέξει ο αρχηγός τους ,που θα προλάβαιναν αφού εγκατέλειπαν τα εγκόσμια να μετοικήσουν στο βασίλειο του Θεού ,όπως έλεγε. Ακούγοντας αυτά του ερχόταν να βάλει τα γέλια, αλλά σταδιακά συνειδητοποίησε ότι αυτή ήταν η ευκαιρία που έψαχνε τόσο καιρό για μια όμορφη αυτοκτονία. Οπότε  πήγε και τους γνώρισε και έγινε μέλος της οργάνωσης. Δεν ήταν τόσο παρανοϊκοί ,όσο φαίνονταν, απλά είχαν μια διαφορετική ιδεοληψία από τους υπόλοιπους, την οποία ακολουθούσαν τυφλά` ουσιαστικά τους ζήλευε που η ζωή τους είχε ένα νόημα και ένα σκοπό και η δικιά του κανένα. Σε ένα μήνα θα αυτοκτονούσε, είχε κλείσει ραντεβού.
Είχαν περάσει εικοσιεννέα μέρες από τότε. Την επόμενη μέρα θα αυτοκτονούσε, δεν ένιωθε καμιά θλίψη. Είχε αρχίσει να βαριέται να απολαμβάνει τη φύση και να τρέφει τις αισθήσεις του, αν ήθελε να συνεχίσει  έπρεπε να ξαναμπεί στο παιχνίδι της ζωής και δεν είχε καμιά όρεξη. Το αυριανό ραντεβού αυτοκτονίας του ερχόταν μια χαρά.
Το απόγευμα εκείνης της μέρας βλέπει μια κλήση στο κινητό του από εκείνη. Ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής που την κυνηγούσε από την εποχή που ήταν μαζί στο σχολείο. Ξεχνώντας   όσα ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή στο κεφάλι του την παίρνει τηλέφωνο και κανονίζουν να τα πουν το ίδιο βράδυ .
. Τη συναντά. Του λέει ότι μετά από τόσα χρόνια συνειδητοποίησε ότι είναι ο μοναδικός άντρα που αγάπησε ποτέ, ότι εξαιτίας της έχασαν τόσα χρόνια ,αλλά  έχουν ακόμα χρόνο. Κάνουν έρωτα, είναι ο καλύτερος έρωτας που έχει κάνει ποτέ. Ξυπνάει το πρωί πρώτος. Είναι ευτυχισμένος. Οι σκέψεις αυτοκτονίας είναι μια μακρινή ανάμνηση. Γελά σκεφτόμενος ότι κανονικά θα αυτοκτονούσε σε μία ώρα. Άξιζε που την κυνηγούσε τόσα χρόνια. Αλλά γιατί να την κυνηγάει? Αφού ήταν φανερό ότι ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο από την πρώτη στιγμή. Γιατί να περιμένει να τη γαμήσουν πρώτα ο Μπαμπης ,ο Tάκης.ο Σακής και ένας θεός ξέρει ποιοι άλλοι? Έπρεπε να την εκδικηθεί, τώρα που είχε τη δύναμη και ήξερε ακριβώς τι θα έκανε. Της άφησε ένα σημείωμα που της έλεγε ότι δεν μπορούσε να αντέξει άλλο τον κόσμο και ότι το μοναδικό φωτεινό σημείο ήταν αυτή ,αλλά δυστυχώς η μαυρίλα τον είχε κυριεύσει. Της  ζήτησε συγγνώμη και πήγε στο ραντεβού του.
   



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου